Αγιολογικά

Λάμπρος και Θεόδωρος οι Νεομάρτυρες που μαρτύρησαν στο Βραχώρι

Κατάγονταν από την Πελοπόννησο και ήταν έμποροι στο επάγγελμα. Παραμένοντας καιρό στα Γιάννενα είχαν μάθει να μιλούν και την αλβανική διάλεκτο. Κατά το 1786 αποφάσισαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Ξεκίνησαν και φθάνοντας στο Βραχώρι, το σημερινό Αγρίνιο, είπαν να διανυκτερεύσουν εκεί. Στην είσοδο της πόλης στέκονταν οι φοροεισπράκτορες για τη συλλογή του κεφαλικού φόρου. Οι έμποροι σκέφτηκαν να προσποιηθούν τους μουσουλμάνους για να μη πληρώσουν φόρο. Έτσι περνώντας από το χώρο που κάθονταν οι φοροεισπράκτορες, τους χαιρέτησαν με τον μουσουλμανικό χαιρετισμό. Νομίζοντας οι φοροεισπράκτορες πως είναι μουσουλμάνοι αρβανίτες, τους άφησαν να περάσουν ελεύθερα. Θέλησαν όμως οι Τούρκοι να δουν που κατέλυσαν οι ξένοι και να μάθουν νέα από τα Γιάννενα. Έτσι έστειλαν κάποιο δικό τους στο σπίτι που έμεναν οι άγιοι. Εκείνος πλησιάζοντας στο σπίτι δεν χτύπησε αμέσως παρά στάθηκε απέξω να ακούσει τι έλεγαν. Την ώρα εκείνη οι φιλοξενούμενοι έλεγαν στον νοικοκύρη ότι γλίτωσαν τον φόρο. Μόλις το άκουσε ο Τούρκος κατάλαβε πως είναι Χριστιανοί και έτρεξε αμέσως να το αναγγείλει σε αυτούς που τον είχαν στείλει. Τότε τους άρπαξαν και τους πήγαν στο δικαστήριο. Εκεί ο δικαστής ρώτησε αν η ιστορία αληθεύει και οι άγιοι μάρτυρες απάντησαν ειλικρινά πως χαιρέτησαν όντως τούρκικα για να μην πληρώσουν φόρο, ωστόσο δήλωσαν ότι δεν αγαπούν καθόλου το ισλάμ. Τότε ο δικαστής διέταξε να τους δείρουν αλύπητα και να τους κλείσουν στη φυλακή. Αφού έμειναν νηστικοί αρκετές ημέρες στη φυλακή τους έφεραν πάλι στον δικαστή, ο οποίος αφού τους ανέκρινε ξανά διέταξε να τους ξυλοκοπήσουν και να τους γυρίσουν ξανά στη φυλακή. Μετά από πέντε ημέρες τους οδήγησαν πίσω στο δικαστήριο, όπου καταδικάστηκαν σε θάνατο δια απαγχονισμού.